Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019

Από το χθες στο Σήμερα

Αμέριμνη στεκόμουν στο διπλανό παρτέρι
κι αγνάντευα δυο γριές γυναίκες με τσεμπέρι
ποιες να’ ναι άραγε, και τι να λέν’ με ντόρο
καθώς στρογγυλοκάθονται στης αυλής το χώρο

Η μια είν’ η γυναίκα του Σπύρου, η Βαγγελιώ
η άλλη ήταν η Τέλαινα την έλεγαν Αγγέλλω
κουβέντα στήσανε στον ίσκιο που έφερνε η Σελήνη  
η μια κοίταγε τον Πητεμό κι άλλη το Βεσίνι.

Με πειράγματα μεταξύ τους μονολογούσαν
τα χρόνια τα παλιά αναπολούσαν
Πως πέρασαν, λέει η Αγγέλλω, τα χρόνια
θυμάσαι Βαγγελιώ όταν έρχονταν τα χελιδόνια

Φωλιές έχτιζαν στις πέτρινες σκεπές μας.
κι εμείς χαρούμενες στις όμορφες αυλές μας
ακούγοντας τα πρόβατα κι ένα κοπάδι γίδια
κάθε χρονιά θαρρώ πως έρχονται τα ίδια.

Θυμάσαι Αγγέλλω τέτοια εποχή είχε πολύ χορτάρι
πρωί- πρωί ζαλωνόμασταν στον ώμο το ταγάρι
σαν χάραζε ήμασταν μες στον Αη- Λιά, στην κορυφή
αγναντεύοντας το κατάκολο μας έπιανε ταραχή.

Κατόπιν κατηφορίζαμε, στην πέρα ράχη πάμε
φρέσκη κουλούρα και τυρί στη μούσγα για να φάμε
μαζεύαμε τα πρόβατα στου Γιούτσου το λημέρι
αρμέγαμε από νωρίς, πριν μας πιάσει μεσημέρι.

Γάλα πιάναμε πολύ, γεμίζαμε πολλάκις την καρδάρα
τυροκομιό είχαμε στα δέντρα στην ξυλογαϊδάρα
υποχρεώσεις  πολλές, τα χωράφια ήταν νοικιασμένα
για να ξεχρεώσουμε δέκα κιλά τυρί δίναμε στον καθένα.

Πώς να ξεχάσω Βαγγελιώ το θέρο, τ’ αλώνι ,το πότισμα, τον σκάλο
παρέα με τον Σταύρο, την Τασία και το Γιάννη  συντάσσαμε πλάνο
ολημερίς θερίζαμε με κολατσιό μονάχα, αποβραδίς δεμάτια δέναμε,
πριν φέξει κι ο ήλιος βγει , φορτώναμε τα ζα ,στ’ αλώνι τα πηγαίναμε.

Το βράδυ σαν μαζευόμαστε στο χωριό, στης εκκλησιάς τ’αλωνάκι
τους άντρες συναντούσαμε τσίπουρο να πίνουνε, να έχουνε μεράκι
γυναίκες ελάτε καθίστε εδώ, μας φώναζαν, αντάμα να τα πιούμε
έχει ο Θεός και για μας τους φτωχούς, ως αύριο κάτι θα σκεφτούμε.

Γεράσαμε Βαγγελιώ, βαραίνουν τα χρόνια μας στην πλάτη, τι περιμένεις
ρόζους στα χέρια, στο μέτωπο αυλακιές, ο χάρος μας καρτερεί, μην επιμένεις
Σουτ! Αγγέλλω, τι είναι αυτά που σκέφτεσαι, μην λες τέτοια κουβέντα
εμείς θα του ξεφύγουμε, εξαίρεση είμαστε, σείονται τα ντοκουμέντα.

Δίχως να μας ρωτήσει τους άντρες μας πήρε κι Εσένα το παιδί σου
δεν πρόκειται να το κουνήσουμε ρούπι απ’ την αυλή σου
Αχ ρε Βαγγελιώ, αν έπιαναν αυτά στον κάτω κόσμο, στον Άδη
χαρούμενοι θα είμαστε, δεν θα’ χαμε στην καρδιά ποτέ σκοτάδι.

Β.Κ. (Μ.Α).
Μάιος 2019 ( 2019-05-26 )


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου